Έπεσε κάτω από το 2% τον Μάιο στην ευρωζώνη και δεν φαίνεται πλέον να αποτελεί άμεσο κίνδυνο: Ο λόγος για τον πληθωρισμό.
Οπως φαίνεται πλέον, ο πληθωρισμός είναι υπό έλεγχο και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν χρειάζεται να ανησυχεί ιδιαίτερα γι’ αυτόν – βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα. Παρά τις έντονες ανησυχίες πριν από λίγες εβδομάδες όταν ο Ντόναλντ Τραμπ ξεκίνησε τον εμπορικό πόλεμο κατά της ΕΕ, αυξάνοντας τους δασμούς. Η ΕΚΤ μείωσε χθες τα επιτόκια για όγδοη φορά από το περασμένο καλοκαίρι, με αποτέλεσμα το επιτόκιο καταθέσεων να υποχωρήσει στο 2%.
«Αυτή η μείωση του βασικού επιτοκίου ήταν ευρέως αναμενόμενη σε ένα πλαίσιο που χαρακτηρίζεται από οικονομική αδυναμία, απότομη πτώση του πληθωρισμού, αλλά και στην εμπορική απειλή από τις ΗΠΑ και στο χαμηλότερο κόστος ενέργειας, με την πτώση των τιμών του πετρελαίου», τονίζουν στη Ναυτεμπορική, παράγοντες της αγοράς. Ηδη, η ΕΚΤ αναθεώρησε προς τα κάτω τις προβλέψεις της για τον πληθωρισμό έως και 0,3 ποσοστιαίες μονάδες. «Οι οικονομολόγοι στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προβλέπουν πληθωρισμό μόλις 1,6% κατά μέσο όρο το επόμενο έτος, παρά τον κίνδυνο αύξησης των δασμών Τραμπ», εκτιμούν οι ίδιες πηγές. «Συνεπώς, οι πιέσεις αποπληθωρισμού είναι ισχυρές στην ευρωπαϊκή οικονομία», προσθέτουν.
Επιτόκιο στο 1,5%;
Σύμφωνα με τις νέες προβλέψεις της ΕΚΤ, ο γενικός πληθωρισμός στην ευρωζώνη θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο στο 2% το 2025, στο 1,6% το 2026 και στο 2% το 2027. Οι προς τα κάτω αναθεωρήσεις των 0,3 ποσοστιαίων μονάδων τόσο για το 2025 όσο και για το 2026 σε σύγκριση με τις προβλέψεις του Μαρτίου αντανακλούν κυρίως την προς τα κάτω αναθεώρηση των υποθέσεων σχετικά με τις τιμές της ενέργειας και την ανατίμηση του ευρώ, σημειώνουν. Οι οικονομολόγοι της Κεντρικής Τράπεζας προβλέπουν βέβαια ότι ο πληθωρισμός εξαιρουμένης της ενέργειας και των τροφίμων θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο στο 2,4% το 2025 και στο 1,9% το 2026 και το 2027.
Οι αναλυτές της JP Morgan συνεχίζουν μάλιστα να βλέπουν τη δυνατότητα η ΕΚΤ να μειώσει το βασικό επιτόκιο στο 1,5% το επόμενο έτος. «Η Ευρώπη μπορεί να προσφέρει έναν ελκυστικό προορισμό για τους παγκόσμιους επενδυτές που επιθυμούν να διαφοροποιήσουν τα χαρτοφυλάκιά τους μακριά από αμερικανικά περιουσιακά στοιχεία. Οι ευρωπαϊκές πραγματικές αποδόσεις παραμένουν υποστηρικτικές, τα εταιρικά κέρδη φαίνονται πολλά υποσχόμενα και το δημοσιονομικό πακέτο της Γερμανίας προσφέρει σημάδια μελλοντικής ανάπτυξης», τονίζουν παράγοντες της αγοράς.
«Σε κάθε περίπτωση, η ΕΚΤ θα παραμείνει σε εγρήγορση καθ’ όλη τη διάρκεια του καλοκαιριού. Θα χρειαστεί χρόνος για να κατανοήσουμε εάν ο αποπληθωρισμός είναι απλώς ένα μεμονωμένο περιστατικό ή μια ευρύτερη τάση», σύμφωνα με το τμήμα έρευνας της ING.
Η παγκόσμια ζήτηση σε ύφεση
Αναμφίβολα, ο προστατευτισμός του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ επιδεινώνει την παγκόσμια οικονομική κατάσταση. Καθιστά πιο ακριβές τις εξαγωγές από τον υπόλοιπο κόσμο προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες από μόνες τους αντιπροσωπεύουν το 30% της παγκόσμιας κατανάλωσης. Δημιουργεί επίσης παραλυτικές αβεβαιότητες για τις επιχειρήσεις, οι οποίες τείνουν να παγώνουν τις επενδύσεις τους εν αναμονή περισσότερης σαφήνειας.
Η οικονομική δραστηριότητα στην ευρωζώνη, όπου το 17% των εξαγωγών κατευθύνθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες πέρυσι, αναπόφευκτα θα πληγεί. Η ανάπτυξη στην ευρωζώνη αναμένεται να ξεπεράσει οριακά το 1% το επόμενο έτος. Μέχρι το 2027, η αύξηση του ευρωπαϊκού ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί κατά 0,7 ποσοστιαίες μονάδες σε σύγκριση με την πρόβλεψη της ΕΚΤτον περασμένο Μάρτιο.
Οι οικονομολόγοι της ΕΚΤ εκτιμούν ότι η εξωτερική ζήτηση από την ευρωζώνη, η οποία είναι πολύ ανοιχτή στον έξω κόσμο και οι εξαγωγές της οποίας επηρεάζουν περισσότερο το ΑΕΠ από εκείνες της Κίνας και των Ηνωμένων Πολιτειών, θα πρέπει να αυξηθεί μόνο κατά 1,7% το 2026. Αυτό είναι το μισό ποσοστό από αυτό που παρατηρήθηκε το 2024, πριν από την άφιξη του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο.
«Μειώνοντας την παγκόσμια ζήτηση, ο προστατευτισμός του Ντόναλντ Τραμπ έχει και άλλες επιπτώσεις. Πρώτον, μειώνει την τιμή του πετρελαίου, μια τάση που επιταχύνεται από τις αυξήσεις στην παραγωγή που αποφασίζονται από τις χώρες παραγωγής. Η ΕΚΤ αναμένει ότι η μέση τιμή ενός βαρελιού Brent θα είναι μόλις 63 δολάρια το 2026. Αυτό ωθεί τον πληθωρισμό προς τα κάτω».
Ανατίμηση του ευρώ
Αλλος ένας παράγοντας αποπληθωρισμού, είναι η ανατίμηση του ευρώ. Οι αβεβαιότητες που σχετίζονται με την πολιτική του Τραμπ και οι ανησυχίες των επενδυτών σχετικά με τον ρόλο της Αμερικής ως ηγεμονικής δύναμης πιέζουν το δολάριο προς τα κάτω και το ευρωπαϊκό νόμισμα προς τα πάνω. «Η ενίσχυση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ και η πτώση των τιμών του πετρελαίου λόγω της ασταθούς οικονομικής πολιτικής των ΗΠΑ έχουν αυξήσει τις αντιπληθωριστικές πιέσεις στην ευρωζώνη», εξηγεί ο Κάρστεν Μπρζέσκι, οικονομολόγος της ING.
Υπάρχει όμως και ένας κίνδυνος που εξακολουθεί να είναι πιθανός σήμερα, όπως επισημαίνει η ΕΚΤ. Εάν η αγορά των ΗΠΑ κλείσει στα κινεζικά προϊόντα, «η ευρωζώνη θα μπορούσε να αποτελέσει βασικό προορισμό για οποιονδήποτε αναπροσανατολισμό των κινεζικών εξαγωγών», επισημαίνουν οι οικονομολόγοι της κεντρικής τράπεζας.
Η πρόεδρος της ΕΚΤ μίλησε άλλωστε για την ευκαιρία που ανοίγεται τώρα για το ευρώ να επωφεληθεί από την αυξανόμενη απόρριψη του δολαρίου από τις αγορές. Η Λαγκάρντ αναγνωρίζει ότι «ανοίγει τώρα ένα παράθυρο ευκαιρίας για την ενίσχυση του ευρώ ως διεθνούς νομίσματος. Ακόμη και για να κερδίσει έδαφος η Ευρώπη στην κούρσα για να γίνει το ευρώ, το παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα». Η πρόεδρος της ΕΚΤ πρόσθεσε ότι θα συνεχίσουν «να στηρίζουν τις προσπάθειες για να καταστεί η Ευρώπη ένας τόπος όπου το κράτος δικαίου είναι σεβαστό και ένας αξιόπιστος τόπος για επιχειρηματική δραστηριότητα. Δεν είναι ζήτημα “ναι ή όχι” -αν το ευρώ θα γίνει τελικά το αποθεματικό νόμισμα- αλλά μάλλον μια μακρά συζήτηση, καθώς ανοίγει πλέον ένα παράθυρο ευκαιρίας».
Λόγω της χαμηλότερης ανάπτυξης και του πολύ χαμηλού πληθωρισμού, τα δημόσια οικονομικά της Ευρωζώνης αναμένεται όμως να επιδεινωθούν κάπως τα επόμενα χρόνια. Αναμένεται μάλιστα ότι το δημόσιο χρέος θα αυξηθεί ξανά έως το 2027. Ευτυχώς, όμως, η ανεργία δεν θα αυξηθεί, εν μέρει λόγω της υποτονικής δημογραφικής εξέλιξης.
Ενίσχυση από τον… πόλεμο
Από την άλλη πλευρά, η ΕΚΤ διατήρησε την άποψή της για την οικονομική ανάπτυξη, δεδομένου ότι ο αντίκτυπος των δασμών θα αντισταθμιστεί από τις αυξημένες δαπάνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την άμυνα και τις υποδομές. «Παρόλο που η αβεβαιότητα σχετικά με τις εμπορικές πολιτικές αναμένεται να επηρεάσει τις επιχειρηματικές επενδύσεις και τις εξαγωγές, ιδίως βραχυπρόθεσμα, οι αυξημένες δημόσιες επενδύσεις στην άμυνα και τις υποδομές θα στηρίξουν προοδευτικά την ανάπτυξη μεσοπρόθεσμα», εξήγησε η Κριστίν Λαγκάρντ. Επιπλέον, «η αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων και μια σταθερή αγορά εργασίας θα επιτρέψουν στα νοικοκυριά να δαπανήσουν περισσότερα, κάτι που, σε συνδυασμό με ευνοϊκότερες συνθήκες χρηματοδότησης, θα πρέπει να ενισχύσει την ανθεκτικότητα της οικονομίας σε παγκόσμιους κραδασμούς». Σε κάθε περίπτωση, η ΕΚΤ αναγνωρίζει ότι η αβεβαιότητα βρίσκεται στο υψηλότερο σημείο της και σύντομα θα δημοσιεύσει προβλέψεις για εναλλακτικά σενάρια.